Οι Σισιλιάνοι
Γράφει η Κυριακή Γανίτη
«Μα τι νόμιζε κι αυτός; Πόσο να ξεμακρύνουν τα πράγματα που 'χαν στριμώξει μέσα του; Τα καταχώνιαζε κάθε που 'βγαιναν πάνω, τα ξανάριχνε βαθιά στην ψυχή του χρόνια ολόκληρα, σαν τσουβάλια μ' ελιές που στούμπωναν το ’να πάνω στ' άλλο για να ξεζουμιστούν. Και τώρα, του 'χαν φτάσει τα φλούδια μέχρι τον λαιμό...»
Με τις αναγνωστικές μου ''απαιτήσεις'' διαρκώς να αυξάνονται, δύσκολα πια ''πιάνω'' τον εαυτό μου να ικανοποιείται εκατό τοις εκατό από τα βιβλία που διαβάζω. Όμως, δεν παύουν να υπάρχουν καί κάποιες ευχάριστες εξαιρέσεις, μεταξύ των έργων που αφιερώνω χρόνο στην ανάγνωσή τους. Ένα εξ αυτών είναι καί το νέο βιβλίο του συγγραφέα Κωνσταντίνου Καπότση, με τίτλο ''Οι Σισιλιάνοι'', που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αγγελάκη. Ένα κοινωνικό μυθιστόρημα που μου ''γέννησε'' αντιφατικά συναισθήματα, με εκείνο της ικανοποίησης εντέλει να επικρατεί.
Κακά τα ψέματα, δεν είναι το πρώτο, αλλά ούτε το τελευταίο μυθιστόρημα του είδους που διαβάζω. Εξ ορισμού ορμώμενη, ξέρω πάνω-κάτω το τι περίπου να περιμένω απ'αυτό. Ένα ανάλογο μυθιστόρημα, με κοινωνικό υπόβαθρο, είθισται να ακολουθεί κάποιες νόρμες, μα το παρόν έργο νιώθω πως διαφέρει. Για να είμαι ειλικρινής, δεν μπορώ να προσδιορίσω με ακρίβεια το πως αντιλαμβάνομαι αυτήν την διαφορά του από άλλα -μόλις πριν από λίγο τελείωσα την ανάγνωσή του, οπότε είναι αρκετά νωπή η επίδρασή του πάνω μου- μα δεν παύει να με κατακλύζει αυτή η αίσθηση. Πιστεύω πως ίσως να νιώσετε κι εσείς το ίδιο διαβάζοντάς το. Ποιος/α ξέρει;
''Μετά από χρόνια, ένας νέος επιστρέφει στο νησί του, όπου αναγκάζεται να μείνει μαζί με τον προπάππου του, έναν άνθρωπο που θυμάται σαν κακό παραμύθι. Συνηθισμένοι οι δυο τους να τρέχουν μακριά απ’ το παρελθόν, δυσφορούν στην αρχή με τούτη τη συμβίωση, δεν μιλούν. Μα σαν αποφασίζουν να κοιταχτούν μες στα μάτια, ψάχνουν απεγνωσμένα να σμίξουν σαν δυο σταγόνες νερό. Χώμα, φωτιά, αίμα, ξυπνούν ξαφνικά στις φλέβες τους, κι αρχίζουν να κυλούν όλο και πιο γρήγορα καθώς φεύγουν οι μέρες. Θα προλάβουν; Μήπως έχουν αργήσει πολύ για να τρέξουν πίσω από δεσμούς λησμονημένους; Τα σημάδια δείχνουν καλά. Μα όχι όλα. Γιατί ο γέρος κουβαλά μυστικά που στοιχειώνουν. Και μαζί με τις ζωές και τις πέτρες που ξεθάβονται στο νησί, ξεθάβεται και σκοτάδι." (Περίληψη οπισθοφύλλου)
Ερχόμενη πιο κοντά με την ουσία του βιβλίου, κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, αντιλήφθηκα πως δεν έχουμε να κάνουμε με ένα ανάλαφρο καί χλιαρό από άποψη συναισθημάτων μυθιστόρημα. Όχι! Δεν είναι μία ακόμη χιλιοειπωμένη ιστορία, παρά το γεγονός πως ο συγγραφέας μέσα από τον κεντρικό του ήρωα καί αφηγητή δείχνει την ανάγκη καί τάση να αποκαταστήσει -ή καί όχι- τις σχέσεις του με τον δεύτερο πρωταγωνιστή. Σαν να νιώθει πως πρέπει αυτή η αλλόκοτη σχέση μεταξύ των δύο ανδρών να γραφτεί απ'αρχής στο χαρτί καί να ειπωθούν όλα όσα δεν έχουν λεχθεί έως σήμερα. Σαν με αυτόν τον τρόπο να ''σπάνε'' τα όποια δεσμά, να ''ξεχύνονται'' ελεύθερα τα όποια συναισθήματα καί λέξεις καί κυρίως να φτάνει η λύτρωση -όποια κι αν είναι αυτή- για τον καθέναν.
Αληθοφανές, περιεκτικό, αρκετά καλογραμμένο καί ιδιαίτερο, τολμώ να πω πως το βιβλίο, από την μία μεριά, με έκανε να δω πως οι ανθρώπινες σχέσεις είναι πιο εύθραυστες καί σημαντικές απ'όσο δείχνουν, αλλά καί από την άλλη, πως με κόπο καί ενδιαφέρον απ'όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές υπάρχει ελπίδα να έρθουν κοντά κι άνθρωποι που φαντάζουν εκ διαμέτρου αντίθετοι. Μα ξέρετε τί κρατώ απ΄όλα; Πως ένας άνθρωπος γίνεται αγρίμι εξαιτίας των όσων ζει καί έχουν σημαδέψει την πορεία της ζωής του. Καί κυρίως, πως αυτοί οι άνθρωποι μας έχουν περισσότερο ανάγκη, από όσο δείχνουν, ή, από όσο μας επιτρέπουν να δούμε.
Αναζητήστε το! Καλή ανάγνωση.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αγγελάκη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου