Ας γνωρίσουμε τον ποιητή Θανάση Μανούση
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΑΝΟΥΣΗΣ
Οι δημιουργοί συστήνονται...κι ας γνωρίσουμε τoν ποιητή Θανάση Μανούση
Γράφει ο Θανάσης Μανούσης
Η έρευνα στη βιολογία και τις ανθρωπιστικές επιστήμες και η φιλοσοφική σκέψη επιχειρούν να απαντήσουν σε τέσσερα μεγάλα ερωτήματα. Το πρώτο είναι το πώς η μονοδιάστατη γενετική πληροφορία που κωδικοποιείται στο DNA του ωαρίου μετασχηματίζεται σε ένα άτομο που αναπτύσσεται, ωριμάζει και πεθαίνει. Το δεύτερο είναι το πώς τα φυσικοχημικά σήματα που φτάνουν στα αισθητήρια όργανά μας μεταμορφώνονται σε αισθήσεις, ικανότητα αντίληψης, ιδέες, κρίση, συναισθήματα και ηθικές αξίες, και τελικά αναδύεται μία ενιαία οντότητα, ο νους ή εαυτός, με βούληση και μεθόδους επικοινωνίας που οδηγούν σε κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, τεχνολογία και τέχνη. Το τρίτο είναι το πώς από μία συγκεκριμένη γενεαλογική σειρά πιθηκοειδών όντων αναδύθηκαν μέσα σε μόλις τέσσερα εκατομμύρια χρόνια άνθρωποι που σκέφτονται, συναισθάνονται, αναπτύσσουν σύνθετες κοινωνίες και υπόκεινται σε τόσες ηθικές και αισθητικές αξίες. Το τέταρτο μεγάλο ερώτημα είναι, προς τα πού βαδίζουμε βιολογικά και νοητικά ως καλλιτέχνες δημιουργοί. Όπως όλοι οι άνθρωποι, λοιπόν, γίνομαι υποκείμενο αυτής της διερεύνησης αλλά και ερευνητής. Επειδή όμως μου είναι αδύνατο να την ικανοποιήσω με απαντήσεις άμεσα, παρουσιάζω εδώ με συντομία τις δραστηριότητες μου.
Γεννήθηκα δίδυμος με την αδελφή του Γιούλια στις Σέρρες, και μεγάλωσα στο Σιδηρόκαστρο και στη Θεσσαλονίκη. Γονείς μου ήταν ο Χαράλαμπος και η Ζέτα Μανούση. Αποφοίτησα από το 5ο Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης και σπούδασα Φαρμακευτική και Βιολογία στο ΑΠΘ και κατά την διάρκεια του μεταδιδακτορικού μου εικαστικές τέχνες στην Cambridge School of Arts and Technology. Εργάστηκα ως λέκτορας στο Τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ, ως μεταδιδάκτορας ερευνητής στο NERC Institute of Virology του Oxford και στο Τμήμα Βιοχημείας του Πανεπιστημίου του Cambridge, και ως ερευνητής στο Εργαστήριο Φαρμακολογίας στην Φαρμακευτική Σχολή του ΑΠΘ. Συνεργάζομαι ως μη αμοιβόμενος ερευνητής με το Διεθνές Ελληνικό Πανεπιστήμιο. Είμαι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας και του Συλλόγου Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών Βόρειας Ελλάδας, της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος, και της Association Française de Conchyliologie. Έχω δημοσιεύσει 63 ερευνητικές εργασίες, δυο βιβλία («The Sea Shells of Greece», Αφοί Κυριακίδη Α.Ε. και «Ηellenic Conches», ConchBooks, Harxheim, Germany), και μία μετάφραση («Εγχειρίδιο του Cambridge για τη φιλοσοφία της Βιολογίας», Αφοί Κυριακίδη Α.Ε.). Εξέθεσα το εικαστικό μου έργο σε 10 ατομικές και πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Έργα μου βρίσκονται σε
ιδιωτικές συλλογές και μουσεία.
Καθώς δημοσιεύω για πρώτη φορά ποίηση, θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ λεπτομερέστερα σε αυτήν αρχίζοντας από τα κίνητρα και κλείνοντας με κάποιες σκέψεις μου πάνω της. Τα «60 ποιήματα» (Εκδόσεις Βακχικόν) της συλλογής γράφτηκαν σταδιακά μέσα σε 25 χρόνια μετά την μόνιμη εγκατάστασή μου στην Ελλάδα. Πρόκειται για μορφοποιημένες καταγραφές υποσυνείδητων λογισμών που είδαν το φως του συνειδητού και δεν αποκλείστηκαν.
Αναζητώντας τους βαθύτερους λόγους τέτοιων ειρμών σκέψης ανατρέχω στις όψιμες, αλλά αργότερα σωτήριες, εντυπώσεις και βιώματα από την αδιατάρακτη ελληνική φύση που γνώρισα πρώτα ως παιδί στο Σιδηρόκαστρο στον μύλο του Χαράλαμπου, και μετά ως έφηβος στην Ανάληψη της Θεσσαλονίκης, πριν έρθουν τα μπλόκια και η νέα παραλία, αλλά στην πλαζ «Τάμαριξ», στα καλλιστεία, και στην Ταβέρνα «Φουρναράκης», εκεί που πατούσες μόνο κοχύλια και η θάλασσα βάφονταν κόκκινη με τον βαρδάρη από τα απέναντι σφαγεία. Έρχονται αναμνήσεις και συναισθήματα από το συνοικιακό δημοτικό σχολείο και το 5ο Γυμνάσιο της Θεσσαλονίκης, όπου βίωσα το καλό και τη γνώση από κάποιους δασκάλους, και την κοινωνική ανισότητα, την αλαζονεία και τον σταρχιδισμό από άλλους. Βλέπω τη ζωή μου από τα 8 έως τα 24 μου χρόνια στο παντοπωλείο μας βοηθώντας τον πατέρα μου και διαβάζοντας βοτανική και φυσιολογία ανθρώπου πάνω στο αμπάρι με τις φακές και σταματώντας με κάθε πελάτη που έμπαινε. Εκεί που όταν περνούσε δετό κορμί απ’εξω έπεφτε σύρμα να το απολαύσουν οπτικά όλοι οι μαγαζάτορες. Και στην παύση της δουλειάς, στα λαδάδικα με το ποδήλατο για λεμόνια και ψιλοπράγματα, εκεί στα «όρθια», εκεί που διερωτάσαι αμούστακος γιατί η κόκκινη λάμπα είναι αναμμένη και τη μέρα, αλλά και γιατί κόκκινη, και ανεβαίνεις τη σκάλα στα «Πράσινα» και στης «Φωφώς» για να το καταλάβεις.
Μετά, η ενήλικη ζωή και η γνωριμία με τον ανθρώπινο μακιαβελισμό, την εθνική υποτέλεια και τα τανκ, τα ψυχοφθόρα προβλήματα της μικροαστικής οικογένειας και τα βαρίδια των κοινωνικών και θρησκευτικών δομών που βυθίζουν νεανικά όνειρα και κοινωνίες, και γεμίζουν πλοία και σταθμούς σαν του Μονάχου. Πόσο πληγώνει, άραγε, ένα παιδί η αίθουσα τελετών ενός ανάκτορου στεφανωμένη με μια πολυκατοικία. Κι’ όμως! Τέλος πάντων, τα χρόνια πέρασαν, αλλά η βάρκα παίρνει ακόμα νερά από τις ίδιες τρύπες. Γιατί οι ίδιοι κυβερνούν κι οι ίδιοι φεύγουν, τώρα με πτυχίo στη sac voyage. Μοναδική σχεδία ο έρωτας που σαν στραφεί προς λάθος άνθρωπο γίνεται άβυσσος. Κι όταν ο νους αδιεξοδεί, όχι άσπρη, μαύρη και δισκία, αλλά καυτό νερό στην μπανιέρα και αυθόρμητη γραφή στο χαρτί. Χωρίς χημεία έξωθεν!
Τώρα, με λίγες γνώσεις ψυχολογίας και περισσότερη αυτογνωσία προσπαθώ να εξηγήσω, ό,τι δεν χρειάζομαι για τον εαυτό μου, αλλά το κάνω για να μείνει καταγραφή σε αυτούς που ακολουθούν και ίσως είναι περίεργοι να μάθουν.
Αντιμετωπίζω την ποίησή μου όχι ως ετερότητα, καθώς όλοι διαθέτουμε την ικανότητα να γράψουμε ποίηση αλλά μόνο κάποιοι την αξιοποιούμε. Θεωρώ ότι δεν είναι καλό ο ποιητής να είναι μια περσόνα γύρω από τις λέξεις αλλά να λειτουργεί με έναν ενστικτώδη ορμεμφυτισμό. Άλλωστε, δεν υποχρεούται να είναι αποκλειστικά κάποιο από τα δύο. Είναι όμως πιο καρποφόρο να αξιοποιεί τον ενστικτώδη ορμεμφυτισμό του.
Στο ερώτημα αν μπορεί η τέχνη να κλείσει τις πληγές των ανθρώπων μέσα σε μια ενδότερη υπαρξιακή διαλεκτική, λέω ναι, τουλάχιστον με βεβαιότητα στο να απαλύνει εκείνες του εκάστοτε καλλιτέχνη.
Ακολουθώ μια μοναχική πορεία στη γραφή μου. Οι όποιες ομοιότητες οφείλονται στο κοινωνικό ασυνείδητο στο οποίο, ως μέλος της κοινωνίας, συμμετέχω.
Στηρίζομαι σε οπτικές «προσομοιώσεις» που έχω για τον Κόσμο, την ιστορία της πατρίδας μου, της ζωής μου, και των ανθρώπων με τους οποίους συνδέθηκα συναισθηματικά.
Δεν νομίζω ότι ένας ποιητής καλείται να απαντήσει σε κάποια ερωτήματα διαχρονικά αλλά και στο παρόν που ζούμε. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια τέτοια επιταγή στις αστικές δημοκρατίες της Δύσης. Το ποιητικό γίγνεσθαι είναι, ούτως ή άλλως, ένα ψηφιδωτό ατομικών δημιουργιών που σε κάποιους μελετητές δημιουργεί μια αίσθηση «τάσης» ή «επιταγής». Εκτός, βέβαια, και αν η τέχνη είναι στρατευμένη προς κάποιον κοινωνικοπολιτικό στόχο.
Στο ποιο το νόημα της λέξης στην ποίηση και αν αποτελεί μια απλή μορφή έκφρασης ή ένα ψυχικό αποτύπωμα, θα έλεγα ότι οι λέξεις είναι μιμίδια, ιδέες δηλαδή. Ως τέτοια, συνιστούν μορφή έκφρασης, αλλά μέσα από το «πλέξιμό» τους κατά την σύνταξή τους μπορεί να εκπροσωπήσουν ένα ψυχικό αποτύπωμα του ποιητή, με πιθανότητες να επηρεάσει και συνανθρώπους του. Ούτως ή άλλως, η όποια μορφή τέχνης επιζητεί την στροφή των συνανθρώπων προς το πρόσωπο του καλλιτέχνη και τις απόψεις του.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η ποίηση είναι καταφυγή του ανθρώπου. Θα έλεγα πως, ναι, είναι, για κάποιους, με δυνατότητα όμως να γίνει και για περισσότερους μέσα από κατάλληλη παιδεία.
Στο ουτοπιστικό ερώτημα αν μπορεί ο κόσμος να ζήσει ποιητικά, θα έλεγα σαφώς όχι, καθώς ο κόσμος ζει την πραγματικότητα επειδή έχει ανάγκες. και αυτές για την ικανοποίησή τους χρειάζονται και ορθολογισμό και στρατηγική. Η ποίηση μπορεί να λειτουργήσει μάλλον ψυχαγωγικά. Έτσι κι αλλιώς, ολόκληρη η ζωή είναι μια αντίθεση στην αύξηση της εντροπίας, ένας στρόβιλος, δηλαδή, που κινείται αντίθετα προς τη ροή του Γάγγη.
Όσον αφορά στο βιβλίο μου, η συλλογή «60 ποιήματα» γράφτηκε κυρίως κατά τα τελευταία 10 χρόνια. Πρόκειται για καταγραφή αυθόρμητων σκέψεων που μορφοποιήθηκαν με τρόπο που στοχεύει στην προσέλκυση του ενδιαφέροντος του αναγνώστη και τον επηρεασμό του. Κατέγραφα συνεχώς τις σκέψεις μου με ένα μολύβι και χαρτί που έφερα στην τσέπη. Όταν αυτές δημιουργούσαν εννοιολογικά ''κρίσιμη μάζα'' τις μορφοποιούσα και τους έδινα έναν αριθμό. Όχι τίτλους, καθώς αυτοί «ευνουχίζουν», κατά τη γνώμη μου, την αντίληψη του αναγνώστη.
Στην προσπάθειά μου να πείσω κάποιον να την αγοράσει, θα έλεγα ότι ένα αδιάβαστο βιβλίο κρύβει από ασημαντότητα μέχρι μεγαλείο, όπως και μια κινηματογραφική ταινία που δεν ειδώθηκε. Άλλωστε, δεν διακυβεύεται τίποτα, και μάλιστα με λιγότερο από 10Ε που είναι η τιμή του. Και είναι πάντα καλό να αποφεύγεται η κρίση άλλων «ειδικών» πριν την ανάγνωση ενός βιβλίου.
Ρωτήθηκα αν διαβάζω άλλους συγγραφείς, Έλληνες και ξένους και ποια βιβλία αποτέλεσαν οδηγούς για το πρώτο μου συγγραφικό έργο. Διάβασα λογοτεχνία σε νεαρότερη ηλικία. Τώρα συνειδητά αποφεύγω να διαβάζω έργα άλλων, επειδή θα ήθελα να είμαι ανεπηρέαστος. Ούτως ή άλλως, σημασία έχει η ιδιαιτερότητα, που αν δεν επιτευχθεί, θα πρόκειται για ένα παιχνίδι που έπαιξα και έχασα. Είναι καλύτερα από τη θλιβερή απομίμηση, και δεν το διακινδυνεύω.
Ρωτήθηκα ακόμη, ποια ήταν η μέχρι τώρα εμπειρία μου κατά την αναζήτηση εκδότη. Επί 3 χρόνια ήμουν η «Κοκκινοσκουφίτσα σε δάσος με λύκους» μέχρι το ξέφωτο του Οίκου με τον οποίο συνεργάστηκα, και τους ευχαριστώ.
Με ρώτησαν τι είναι εκείνο που με ωθεί να γράφω. Είναι μια αυθόρμητη παρόρμηση με υποσυνείδητη τάση για διαμαρτυρία, καλυτέρευση, κοινωνική δικαιοσύνη, απλότητα, επαναπροσδιορισμό.
Στο ερώτημα πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για μένα να καταγράψω και να εκφράσω τη σκέψη μου πάνω στο χαρτί, νομίζω ότι η καταγραφή σκέψεων δεν είναι τόλμη. Τόλμη είναι η δημοσιοποίησή τους, καθώς αυτή αντίκειται συχνά στην κοινωνική συμβατικότητα, αν μη τι άλλο.
Με επηρεάζουν υποσυνείδητα, η κοινωνική μου τάξη με τα συν και τα πλην της, οι εμπειρίες μου, τα λάθη και τα πάθη μου, η κοινωνική δικαιοσύνη, οι κοινές ανθρώπινες αξίες, η επιστημονική σκέψη όπως αυτή βγάζει κάποιους ανθρώπους από τον Μεσαίωνά τους.
Θεματολογία μου είναι κυρίως ο έρωτας, η πατρότητα, η χαρά της ζωής, τα συναισθήματα όπως αυτά υποκινούν την συμπεριφορά μας, και η αξία του αστείου που χρωματίζει την καθημερινότητά μας.
Παρέθεσα τα ποιήματα με σχεδόν τυχαία σειρά και όχι με εκείνη που γράφτηκαν για να μην είναι ετεροβαρές. Δεν είναι θεματικό, αυτό άλλωστε θα χρειάζονταν μεγάλο αριθμό ποιημάτων πριν την ομαδοποίηση με κάποιο θέμα. Το βρίσκω καλύτερο.
Στο μπανάλ ερώτημα αν συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι, θα απαντούσα ότι, όπως φαίνεται, η συγγραφή, τουλάχιστον ως καταγραφή των σκέψεων μας, είναι κοινή ιδιότητά όλων των ανθρώπων, άρα με αυτό γεννιόμαστε ως ιδιότητα του εγκεφάλου μας, είναι δηλαδή η φύση μας. Από εκεί και πέρα αναλαμβάνει η παιδεία μας που, εν πολλοίς, σχετίζεται με τυχαίους παράγοντες πέρα από τις δυνατότητές μας για τροποποίηση, όπως είναι η οικονομική κατάσταση, η κοινωνική θέση, οι γονείς και οι δάσκαλοι που δεν διαλέξαμε, η τυχαιότητα δηλαδή για τον καθένα μας. Αυτή είναι η ευρύτερη ανατροφή μας, καθώς ο εγκέφαλος είναι απλά επεξεργαστής ερεθισμάτων και εκτελεστής πράξεων από μόνος του.
Πάντα επικρέμεται το ερώτημα στον καθένα μας, αν μπορούσαμε να αλλάξουμε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας τι θα ήταν αυτό. Θα προσπαθούσα να βελτιώσω το «χώμα» που πάνω του φυτρώνει και αναπτύσσεται η λογοτεχνία, δηλαδή, κοινωνική δικαιοσύνη, προσβασιμότητα σε καλής ποιότητας παιδεία, αξιοκρατία, λιγότερη ευνοιοκρατία και ελιτισμός. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, επιτυγχάνεται με υιοθέτηση δικαιότερων κοινωνικών πολιτικών.
Έχω επόμενα συγγραφικά σχέδια; Ναι, είμαι στη μέση μιας επόμενης συλλογής ποιημάτων. Ελπίζω ότι θα την ολοκληρώσω!
Η ποιητική συλλογή ''60 ποιήματα'' κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου