Ας γνωρίσουμε την συγγραφέα Νέλλη Σπαθάρη


Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΝΕΛΛΗ ΣΠΑΘΑΡΗ

Οι δημιουργοί συστήνονται...κι ας γνωρίσουμε την συγγραφέα Νέλλη Σπαθάρη

Γράφει η Νέλλη Σπαθάρη

Είμαι η Νέλλη Σπαθάρη (Ελένη-Αικατερίνη Σπαθάρη-Μπεγλίτη/ όλο αυτό!) και επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω μερικά στοιχεία του έργου μου και του εαυτού μου για να με γνωρίσετε καλύτερα.

Είμαι Αθηναία, με μια χροιά κοσμοπολιτισμού (με την έννοια που αποδίδει ο Ζήνων στον όρο: «πολίτης του κόσμου»), καθώς έχω περάσει την παιδική μου ηλικία στο Παρίσι, έχω ζήσει και στο Λονδίνο, αλλά φέρω και Κωνσταντινουπολίτικες ρίζες με προγόνους μου να έχουν διαπρέψει στο Βουκουρέστι, στο Παρίσι, στην Αγία Πετρούπολη, στην Κίνα... Επόμενο είναι να μου αρέσουν τα ταξίδια, αν και έχω τη δική μου Ιθάκη, την Ύδρα, στην οποία αέναα επιστρέφω, όπως παραπέμπει και ο τίτλος της βραβευμένης από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών νουβέλας μου «Στην Ύδρα αέναα θα επιστρέφεις», εκδόσεις Ελκυστής.

Ένα πράγμα τηρώ απαρέγκλιτα στη ζωή μου, καθώς θεωρώ πως αν το παραβώ θα επέλθει και το τέλος της. Δεν κλείνω ποτέ το καπάκι του πιάνου μου, του περίφημου Steinway & Sons πιάνου μου, εκείνου που έφερε η γιαγιά μου από το Βερολίνο του Μεσοπολέμου, όπου είχε πάει να σπουδάσει σοπράνο. Την αμέριστη αγάπη μου για το κλασικό πιάνο τη χρωστώ ωστόσο στην αείμνηστη καθηγήτριά μου, την οποία θέλω να αναφέρω εδώ, ευγνωμονώντας την με τον τρόπο μου για την αγάπη που μου εμφύσησε στη μουσική, την Αλίκη Βατικιώτη. Μόνο που δεν έμεινα εκεί. Τόλμησα να διαβώ σε ώριμη ηλικία το Ωδείο για να εντρυφήσω και στη τζαζ μουσική. Πολύ δύσκολοι οι αυτοσχεδιασμοί….

Η καταγωγή μου από τη μεριά της μητέρας μου είναι…από πού αλλού;… από την Ύδρα με πρόγονό μου τον Αντώνη Οικονόμου, ο οποίος ξεσήκωσε τους Υδραίους για να συμμετάσχουν στην Επανάσταση και το πλήρωσε με τη ζωή του. Από τη μεριά του πατέρα μου κρατώ από την Κωνσταντινούπολη, από μεγάλη οικογένεια, η οποία μετρά δύο απαγχονισμούς, μια από τους Τούρκους επειδή η οικογένεια χρηματοδότησε την Ελληνική Επανάσταση και μια από τους Βούλγαρους, όταν η οικογένεια κατέφυγε στη Φιλιππούπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας και άνοιξε ελληνικό τυπογραφείο εκδίδοντας και την ελληνική εφημερίδα «Οι τρεις κορυφές του Αίμου». Ο παππούς μου, Αγησίλαος Σπαθάρης έχτισε και δώρισε το «Σχολείο Σπαθάρη» στη Νέα Φιλαδέλφεια το 1927 στη μνήμη της γιαγιάς μου που έφυγε από τη ζωή νέα για τα παιδιά των προσφύγων της περιοχής.

Αρχιτέκτονας ήθελα να γίνω, μα οικογενειακές συγκρούσεις με έκαναν να χάσω την πυξίδα μου και να σπουδάσω πρώτα Γαλλική Φιλολογία στο ΕΚΠΑ και κατόπιν Ελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, όπου εκπόνησα και τη διδακτορική μου διατριβή στον τομέα της Λαογραφίας: «Οι αγγειοπλάστες της Σίφνου. Κοινωνική συγκρότηση, παραγωγή, μετακινήσεις», εκδόσεις Αρσενίδη. Και επειδή δεν γράφω εν κενώ, αν και με όλη τη λογοτεχνική ελευθερία, το μυθιστόρημά μου «Amor fati», εκδόσεις Ελκυστής, αναφέρεται στη σύγκρουση μάνας με την έφηβο κόρη στο κοινωνικο-πολιτικό περιβάλλον της δεκαετίας του ’70. Ο τίτλος αποτελεί φιλοσοφικό και ψυχολογικό όρο του φιλόσοφου Φρίντριχ Νίτσε και σημαίνει «να αγαπάς τη μοίρα σου», όρος διόλου μοιρολατρικός, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Πάτα σε αυτό που έχεις, αποδέξου αυτό που σου έχει φέρει η ζωή, γιατί μόνο έτσι δεν θα βουλιάζεις στη μεμψιμοιρία αλλά θα μπορείς να προχωρήσεις μπροστά. Το απόσταγμα του βιβλίου είναι ακριβώς αυτό: ποτέ η ζωή δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Ο κάθε άνθρωπος, σαν άτομο, σαν κοινωνικό περιβάλλον, σαν γενιά, σαν ιστορική συγκυρία έχει να αντιμετωπίσει τις δικές του προκλήσεις στη ζωή. Η ζωή είναι μια αέναη πάλη. Μην κλαίγεσαι. Μην μοιρολατρείς. Πάτα σε ό,τι έχεις και προχώρα. Μας παίρνει μια ολόκληρη ζωή να καταλάβουμε ότι κανείς δεν μας χρωστάει τίποτα, όλοι παλεύουμε σε έναν δύσκολο κόσμο. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με θέμα την ενσυναίσθηση.

Κι επειδή, όπως σας μαρτύρησα, δεν γράφω εν κενώ, αλλά πάντως με όλη τη λογοτεχνική ελευθερία, αναρωτήθηκα, όταν εμείς ζήσαμε δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης, πώς είχαν ζήσει οι προηγούμενες γενιές, γιατί, όπως προείπα για το προηγούμενο μυθιστόρημά μου, η ζωή δεν ήταν στρωμένη ποτέ με ροδοπέταλα. Και σκέφτηκα εκείνον τον παππού μου, τον Κωνσταντινουπολίτη, εκείνον που δεν γνώρισα ποτέ και που είχε την οικονομική άνεση, μετά από όλες τις περιπέτειες της οικογένειάς του-ο πατέρας του ήταν εκείνος που κρέμασαν οι Βούλγαροι στον ιστό της σημαίας έξω από το τυπογραφείο του στην Φιλιππούπολη την ημέρα που η Ανατολική Ρωμυλία γινόταν βουλγαρική Εξαρχία το 1887/ ναι, η ζωή ποτέ δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα-εκείνον λοιπόν τον παππού μου που, μωρό, με τη μητέρα του διέφυγαν κάτω από τραγικές συνθήκες μέσω Βάρνας με καΐκι στην Ελλάδα και από εκεί στη Γαλλία, όπου σπούδασε μηχανικός στο Νανσί. Σκεφτόμουν τα δέκα χρόνια της οικονομικής κρίσης της δικής του γενιάς: αγόρασε έναν πύργο στην Ανατολική Γαλλία, το château des Coteaux, δώρισε το σχολείο στη Νέα Φιλαδέλφεια, έχτισε ένα εξαώροφο Μέγαρο στη Μαυρομματαίων 39 Αrt Deco. Και η αποκαλούμενη Μεγάλη Ύφεση που προκλήθηκε από την κατάρρευση μέσα σε μια μέρα του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης τον Οκτώβριο του ΄29 άρχισε να απλώνεται απειλητικά στην Ευρώπη μέχρι που οδήγησε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό είναι ουσιαστικά το υπόβαθρο της πλοκής του μυθιστορήματός μου «Μόνο καλοκαίρια», εκδόσεις Ελκυστής. Ο παππούς μου το ’30 με την επέλαση της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη χάνει τον πύργο του (τον περιγράφω σε άλλη συγκυρία στο μυθιστόρημά μου Amor fati), το ’32 με την οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας επί Βενιζέλου χάνει το Μέγαρο και το ’41, όταν ο πατέρας μου επέστρεψε από τα αλβανικά βουνά, δεν βρήκε ούτε τον τάφο του. Μια γενιά, δέκα χρόνια κρίσης. Μόνο που το μυθιστόρημα το περιορίζω σε τέσσερα καλοκαίρια από το ’29 έως το ’32, υπεραρκετά για να απεικονίσουν τα χρόνια της ατέρμονης γιορτής μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου οι άνθρωποι ανίκανοι να πιστέψουν ότι ο Μεγάλος Πόλεμος που θέρισε τον ανθό της νεολαίας της Ευρώπης θα μπορούσε να επιστρέψει, γιορτάζουν, χαίρονται τη ζωή, από την ανθισμένη αμμουδιά της Ντοβίλ στη Νορμανδία μέχρι τα μεγαλοαστικά σαλόνια της Αθήνας, αν και απ’ έξω ζητιάνευαν οι προσφυγοπούλες. Μια κρίση που θα σαρώσει τα πάντα.

Και τώρα ξέρετε: πάντα υπάρχει μια αφορμή για να γράψω κάτι. Έτσι και το θέμα του τελευταίου μου βιβλίου «Η Λαογραφία της Ανατολικής Θράκης μέσα από τις αφηγήσεις των προσφύγων. Ιστορική και κοινωνική προσέγγιση», βραβείο Ακαδημίας Αθηνών, εκδόσεις Ελκυστής, δεν θα μπορούσε παρά να προέλθει από τις ρίζες από τη μεριά του πατέρα μου που σας προανέφερα. Ωστόσο, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα, αλλά για μια επιστημονική έρευνα που έγινε στο πλαίσιο των μεταδιδακτορικών σπουδών μου στο Παρίσι, στην ΄Ecole des Hautes ‘Etudes en Sciences Sociales. Πέρασα ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Γεννάδιο Βιβλιοθήκη καταγράφοντας αφηγήσεις βιωμάτων των προσφύγων από τα δελτία Θρακικών Σωματείων. Ήθελα να αναλύσω με ιστορικούς και κοινωνικούς όρους την ατομική και τη συλλογική μνήμη των προσφύγων.

Αυτό το λαογραφικό ενδιαφέρον, το οποίο προέρχεται από τη διδακτορική μου εξειδίκευση, αξιοποιήθηκε και στη νουβέλα μου «Στάκα καρδιά μου», βραβείο UNESCO. Βασίζεται σε μια λαογραφική καταγραφή, την οποία είχα κάνει στην Ύδρα τη δεκαετία του ’70, όταν ήμουν φοιτήτρια, επτακοσίων χειρόγραφων -τότε- σελίδων. Από το υλικό αυτό αξιοποίησα τις πληροφορίες που συνέλεξα για τη θέση της γυναίκας στην παραδοσιακή κοινωνία του νησιού και συνέγραψα τη νουβέλα, η οποία αναφέρεται σε μια φοιτήτρια, η οποία, με τη φωτογραφική της μηχανή και με το κασετοφωνάκι της, αποβιβάζεται στην Ύδρα για να κάνει τη φοιτητική της εργασία. Νομίζει πως γνωρίζει το νησί, καθώς έχει περάσει εκεί όλα τα καλοκαίρια της ζωής της. Ωστόσο θα διαψευσθεί. Όσο ανοίγουν σπίτια που την υποδέχονται και αρχίζουν οι αφηγήσεις των ηλικιωμένων γυναικών, διαπιστώνει ότι η ζωή είναι πιο πολυσήμαντη απ’ ό,τι φαίνεται. Θα τεθούν θέματα όπως η ευτυχία, η επιθυμία, η φτώχεια, η θέση της γυναίκας, η κοινωνική καταξίωση, η μοναξιά και η περιθωριοποίηση, η συναίρεση της ατομικής με τη συλλογική μνήμη, η σχέση της παραδοσιακής με τη σύγχρονη κοινωνία. 

Τέλος, πάντα με αφορμή μνήμες του παρελθόντος, συνέγραψα ένα νεανικό διήγημα με τίτλο «Μια καλοκαιρινή παρτίδα σκάκι κι άλλη μια», βραβείο UNESCO. Εκτυλίσσεται στην Ύδρα, ανάμεσα σε δύο παιδικούς φίλους του καλοκαιριού με τις συμβουλές του παππού του ενός και παίρνει τη μορφή ενός παιχνιδιού αυτογνωσίας. Ε, ναι, μαντέψτε: με τον πατέρα μου έπαιζα τα μεσημέρια του καλοκαιριού δυο παρτίδες σκάκι στον κήπο του σπιτιού μας στην Ύδρα, κάτω από τη λεμονιά, δίπλα στο πηγάδι… Πώς θα μπορούσε να μην με έχει σημαδέψει μια τέτοια εμπειρία ζωής…

Έχω γράψει και άλλα βιβλία, αλλά δεν θα επεκταθώ περισσότερο σε αυτά: πανεπιστημιακά για το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, καθώς δίδαξα σε αυτό και υπήρξα μέλος της συντακτικής επιτροπής του τρίτομου εγχειριδίου της Θεματικής Ενότητας «Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος των Ελλήνων, Οι Νεότεροι Χρόνοι ΙΙ» στις σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό. σχολικό εγχειρίδιο για τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας με τίτλο «Αισθητική Εκπαίδευση και Αγωγή». σχολικά βοηθήματα για το μάθημα της Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου «Επιλογή και ανάλυση ιστορικών πηγών», εκδόσεις Πατάκη και «Διαγωνίσματα προσομοίωσης» στο μάθημα της Ιστορίας, εκδόσεις Πατάκη, καθώς υπηρέτησα επί τριάντα χρόνια τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση  και διετέλεσα επί έντεκα χρόνια Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων.

Σκόρπια διηγήματά μου υπάρχουν σε συλλογικά έργα και σε φιλολογικές ιστοσελίδες. Έχω μεταφράσει από τα γαλλικά παιδικά παραμύθια, καθώς και κείμενα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας.

Θα ήθελα να σας αποκαλύψω και τη νέα μου συγγραφική απόπειρα που βρίσκεται ήδη στο τυπογραφείο. Πρόκειται για μια σειρά διηγημάτων με τον τίτλο «Γυναίκα σημαίνει πόνος», που και αυτά θα κυκλοφορήσουν από τον εκδοτικό μου οίκο Ελκυστής.

Καταλήγοντας, ενώ στην επαγγελματική μου πορεία ασχολήθηκα κυρίως με επιστημονικό και εκπαιδευτικό συγγραφικό έργο, όταν αποφάσισα να φύγω από τις βιβλιοθήκες και τα αρχεία στράφηκα στη λογοτεχνία. Και στράφηκα στη λογοτεχνία όχι επειδή, όπως συχνά διαβάζω για άλλους συγγραφείς είχαν την τάση από μικρά παιδιά να διηγούνται ιστορίες. Στράφηκα σε μια περίοδο ωριμότητας, όταν οι σκέψεις σε κατατρύχουν και τα ερωτήματα πάνω στα μεγάλα θέματα της ζωής αρχίζουν και βασανίζουν το μυαλό. Αλλά και επιστημονικής ωριμότητας, καθώς στα έργα μου πάντα πίσω από την πλοκή υπάρχει το ιστορικό, κοινωνικό, πολιτισμικό υπόβαθρο, αποτέλεσμα των μελετών μου στην Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία, καθώς και το φιλολογικό υπόβαθρο, καθώς οι σπουδές μου τόσο στην Ελληνική όσο και στη Γαλλική Φιλολογία μου άνοιξαν ένα μεγάλο δρόμο φιλολογικής ανάγνωσης και ανάλυσης δεκαετιών.

Πάντα το επίκεντρο της λογοτεχνικής μου συγγραφή, όσο διαφορετική κι αν εμφαίνεται η θεματολογία, θα είναι η μνήμη και η λήθη.

Σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία!

Την ευχαριστώ πολύ!!!

Με εκτίμηση,

Κυριακή Γανίτη από το blog Vivliovamon



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Φλόγες στα Κύματα

Ο σύμβουλος του βασιλιά

Ας γνωρίσουμε τον συγγραφέα Γιώργο Ζάννο

Κεφάλαιο: Ghost writer, ή, αλλιώς συγγραφέας-φάντασμα...

Συνέντευξη με τον συγγραφέα Πάνο Νέζο