Το Καλοκαίρι της Κάτια

Γράφει η Κυριακή Γανίτη

Άραγε, τί είναι αυτό που καθιστά κάποιους ανθρώπους -ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, καταγωγής, κλπ.- τόσο θελκτικούς στα μάτια μας; Μήπως αυτό οφείλεται στην αδάμαστη γοητεία τους που προκύπτει από αυτήν τη φαινομενικά σπάνια αθωότητα της ομορφιάς τους; Ή ένεκα εκείνης της επιτηδευμένης -ή και όχι- αύρας μυστηρίου που κρατά κρυφά τα μυστικά γύρω από την ίδια τους την ύπαρξη και υπόσταση στον χώρο που κινούνται σαν άλλα άπιαστα αερικά πλάσματα της φαντασίας; Δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά. Μόνο σε υποθέσεις μπορώ να προβώ κι αυτές πάλι να μην είναι απόλυτες ως προς την ακρίβειά τους. Ένα μυθιστόρημα, λοιπόν, που μου ''ξύπνησε'' όλες αυτές τις σκέψεις ήταν το βιβλίο ''Το Καλοκαίρι της Κάτια'' το οποίο υπογράφει ο αείμνηστος συγγραφέας Trevanian (κατά κόσμον Rodney William Whitake), το οποίο κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις εκδόσεις Anubis, σε μετάφραση της κυρίας Αιμιλίας Χρονοπούλου.

Θα είμαι -όπως πάντα- ειλικρινής απέναντί σας. Όταν έπιασα στα χέρια μου το βιβλίο δε μου έκανε τόσο μεγάλη εντύπωση ώστε να νιώσω τη λαχτάρα να το διαβάσω απευθείας. Μία αλλαγή, όμως, στο πρόγραμμα -λόγω κάποιων προσωπικών υποθέσεων- με έκανε να επιλέξω να το ξεκινήσω πιο σύντομα απ΄όσο είχα υπολογίσει. Και για να σας προλάβω, δεν είχα σκοπό να μην το διαβάσω, αλλά το άφηνα για κάπως αργότερα. Με αυτή, λοιπόν, την αρχική -κάπως μη θετική- μου οπτική, αφέθηκα να μου αφηγηθεί όσα είχε να πει. Ναι, για μένα η πρώτη ευκαιρία που έδινα στο βιβλίο ξεκινούσε εκείνη τη στιγμή. Άραγε, θα χρειαζόταν και μία δεύτερη, ή, όχι;

''Λίγο πριν το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου, το γαλλικό χωριό Σαλί-λε-Μπαν ζει τις τελευταίες του στιγμές αθωότητας. Ο νεαρός γιατρός Ζαν-Μαρκ Μονζάν ξεκινάει μια αμφιλεγόμενη σταδιοδρομία δίπλα στον εκκεντρικό δόκτορα Γκρος. Όταν συναντά την αινιγματική Κάτια Τρεβίλ, η ζωή του αλλάζει για πάντα. Μορφωμένη, ευφυής και μυστηριώδης, η Κάτια ζει απομονωμένη με τον δίδυμο αδελφό της Πολ και τον πατέρα τους στην έπαυλη Ετσεβερία. Ο Μονζάν θα γοητευτεί από την παρουσία της και σιγά σιγά θα παρασυρθεί από τα συναισθήματά του. Όμως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται… Τι κρύβεται στο παρελθόν της οικογένειας Τρεβίλ; Ποιο μυστικό μοιράζονται τα δίδυμα αδέλφια; Και τι είναι εκείνο που ωθεί την Κάτια να ξεγλιστράει συνεχώς μέσα από τα δάχτυλα του νεαρού Μονζάν, αλλά και όλων όσων βρίσκονται γύρω της;" (Από το οπισθόφυλλο)

Ο συγγραφέας είχε τον τρόπο και την πειθώ να μας γυρνά πίσω στον χρόνο και στον χώρο με μία φυσικότητα, λες και θα ακούγαμε όχι μόνο κάτι το συναρπαστικό, μα τόσο οικείο που θα πονούσε το ''είναι'' μας. Η αφήγηση ξεκινά όχι με δειλό, αλλά με στιβαρό και ευθύ λόγο, απαλλαγμένη από τυπικότητες, τυχόν φιοριτούρες, ή, λοιπές εντυπωσιακές περιγραφές που ίσως θα μας κόβαν την ανάσα. Όχι! Σε καμία των περιπτώσεων, μην αναμένετε κάτι τέτοιο και για μένα -ως αναγνώστρια- αυτό ήταν ένα από τα πρώτα θετικά στοιχεία που θα κράταγα στο πίσω μέρος του μυαλού μου κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Θα αρκούσε, άραγε, μόνο αυτό; Προφανώς και όχι. Τότε ήταν που αισθάνθηκα έναν δισταγμό. Η ιστορία ως ιστορία δε με είχε αγγίξει, αλλά επέμενα. Σαν από ένστικτο ένιωθα ότι είχε να μου προσφέρει ακόμη κάτι. 

Ο συγγραφέας κάνει εμφανή την πρόθεσή του να εστιάσει στον άνθρωπο κι όσα καλά κρύβονται στα αχανή βάθη της ψυχής του. Με χαρακτήρες προσώπων τόσο αληθοφανών που παράλληλα προσπαθούν να βρουν τις ισορροπίες μεταξύ της πραγματικότητας και της φαντασίας, της αλήθειας και της όποιας πλάνης που μπορεί να διαταράξει την ψυχική τους γαλήνη μαζί με το όποιο θυμικό και την τάση τους για λογική, φέρνει εμάς -το αναγνωστικό κοινό- να σταθούμε μπροστά σε έναν αόρατο καθρέπτη που μας κάνει να νιώθουμε ότι μας απογυμνώνει από το όποιο ''φαίνεσθαι'' έχουμε ντυθεί και μας αφήνει εκτεθειμένους/ες στο ''είναι'' ώστε να δούμε, αντιληφθούμε, κατανοήσουμε, αποδεχθούμε κι εντέλει λυτρωθούμε μέσα από όλη αυτήν την αλλιώτικη συνθήκη συμφιλίωσης, ή, και μη με έναν κόσμο που κάθε άλλο παρά ηθικός μπορεί να αρέσκεται να αυτοχαρακτηρίζεται. Ένας κόσμος που ακμάζει μέσα στις όποιες προκαταλήψεις όπου η σκοτεινιά του αποτυπώνεται πάνω στα πρόσωπα πολλών ανθρώπων εκεί έξω.

Δεν ξέρω αν τελικά όλα είναι γραμμένα και θα τα ζήσουμε, αναπόφευκτα, με τον έναν, ή, τον άλλον τρόπο. Αν, δηλαδή, να μην υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να τους ''ξεφύγουμε'', αλλά και πάλι. Θέλω να πιστεύω ότι έχουμε τη δύναμη ως άνθρωποι να ορίσουμε τη ζωή μας και να τη ζήσουμε όπως εμείς επιθυμούμε ακόμη και αν χρειαστεί να βιώσουμε άσχημα πράγματα και να πονέσουμε τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχικό επίπεδο. Χρειάζεται πίστη, υπομονή, δύναμη και κουράγιο. Κι επειδή τα λόγια είναι εύκολα να ξεστομίζονται, δε σημαίνει ότι θεωρώ λιγόψυχους τους ανθρώπους που ''λυγίζουν'' κάτω από ένα ανάλογο βάρος. Αντιθέτως, τους συμπονώ διότι είναι άνθρωποι κι όχι άψυχα αντικείμενα.

Εν κατακλείδι, το βιβλίο αν και με άφησε με κάπως αμφίσημες εντυπώσεις -ίσως στο μέλλον μία δεύτερη ανάγνωση να είναι πιο καθοριστική- το διάβασα με μία ανάσα. Οξύμωρο κι όμως αληθινό. Δεν ξέρω πως με κατέκλυσε και με συνεπήρε. Ίσως από πείσμα. Ίσως πάλι γιατί ήθελα να δω με ποιον τρόπο θα ολοκληρωνόταν η ιστορία. Το αποτέλεσμα όπως και να έχει ήταν το ίδιο. ''Το Καλοκαίρι της Κάτια'' ήταν ένα από τα βιβλία που θα θυμάμαι για καιρό.
Αναζητήστε το! Καλή ανάγνωση.

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Anubis.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ας γνωρίσουμε την συγγραφέα Έλενα Αγγελοπούλου

Ας γνωρίσουμε τον συγγραφέα Σωτήρη Φιλιππόπουλο

Κάποια λουλούδια δεν ανθίζουν ποτέ

Δεν είσαι μόνος

Η βιβλιοθήκη των ξεχασμένων θησαυρών