Διαβάζοντας ένα απόσπασμα του διηγήματος ''Μύρτιλλα" από το βιβλίο ''Σκοτεινό Ερωτικό Ξέσπασμα" (εκδ. Ελκυστής)


Τίτλος: Σκοτεινό Ερωτικό Ξέσπασμα
Συγγραφέας: Αφροδίτη Καριοφύλλη
Εκδόσεις: Ελκυστής

Σκοτεινό Ερωτικό Ξέσπασμα
Απόσπασμα από το διήγημα Μύρτιλλα

«Έρχομαι…»
Μην του ανοίξεις, αγαπημένη μου! Βλέπω τη φωτογραφία του στο κομοδίνο. Ανάμεσα σε βιογραφικά προηγούμενων και επόμενων. Μου θυμίζει κάποιον. Ίσως κάνω λάθος. Όλοι μοντέλα ίδιας κοπής. Εικοσάρηδες με τριγωνικές πλάτες. Ζητιανεύουν επαγγελματικές ευκαιρίες, κατεδαφίζοντας την αξιοπρέπειά τους. Σίγουρα κοίταξε το τραπέζι μόλις μπήκε. Να δει ποιο αριστοκρατικό γεύμα θα του προσφέρει η νέα του κατάκτηση.
«Οι γλαδιόλες είναι οι αγαπημένες μου! Πώς το ’ξερες;» Κοίτα πώς καγχάζει αλλόκοτα! Πρέπει να τον διώξεις. Ακούω το αλκοόλ στη φωνή του. Απαντάς με ένα γέλιο άνετο. Σου εύχεται χρόνια πολλά. Ενθουσιάζεσαι. Πάντα ενθουσιάζεσαι. Μα βλέπω πίσω από αυτό. Φοβάσαι.
«Όποιος ενδιαφέρεται…»
Η φωνή σου τρέμει ανεπαίσθητα στο «ευχαριστώ». Φοβάσαι. Σε ξέρω καλά. Ξέρω πάντα τι νιώθεις και τι σκέφτεσαι. Κρυφοκοιτάζω τα όνειρά σου και τις πιο κρυφές σου επιθυμίες. Όταν αποκοιμιέσαι. Όταν στοχάζεσαι. Έχω εντρυφήσει σε όσα λαχταράς.
«Και τούρτα! Δε νομίζω στην ηλικία μου».
Έχει ζαρώσει λίγο το δέρμα σου. Μυρίζω πάνω σου το τέλος ενός φθινοπώρου. Υγρό ξύλο και φύλλα σκισμένα απ’ τη βροχή. Από την ημέρα που το κορμί σου για πρώτη φορά πάνω μου ξάπλωσε και το ανοιξιάτικο άρωμα που ανέδιδε το δέρμα σου, σε αγάπησα. Μα να είσαι σίγουρη. Κι αν η όψη σου και η μυρωδιά σου αλλάζει, η ψυχή σου παραμένει πανέμορφη. Εγώ ακόμα σ’ αγαπώ.
«Το φαγητό φαίνεται υπέροχο! Έχεις κάνει–»
Μην τον αφήνεις να σε παρασύρει. Αυτός είναι ανίκανος να σε εκτιμήσει και να δώσει. Μόνο μιλάει. Μιλάει. Ανάμεσα στα ποτήρια που τσουγκρίζουν εις υγείαν και χρόνια πολλά και στα μαχαιροπήρουνα που χτυπούν στα πιάτα σας. Για τα όνειρά του μονάχα. Δεν το βλέπεις; Τόσο φτηνά και περιορισμένα. Ελπίζει σε φήμη και χρήμα. Σίγουρος ότι μπορείς να του τα χαρίσεις. Εσύ γιατί δεν αποδέχεσαι ότι δεν είναι η αναξιοπρεπής συνουσία αυτό που στη ζωή σου αποζητάς; Γιατί δεν του μιλάς για τα δικά σου όνειρα; Για τα γλυκά φιλιά, τα μεταξένια χάδια και τα λόγια που αγκαλιάζουν την καρδιά σου; Στοργή, συντροφικότητα, αφοσίωση, σταθερότητα.
«…και σχεδιάζουμε τελικά να κάνουμε κάτι πολύ πρωτοποριακό!»
Αχ, πόσο θα ’θελα, γλυκιά μου Εμέλ, να βρισκόμουν στη θέση του και να σου τα χαρίσω εγώ όλα αυτά που περιμένεις… Δε δυσανασχετώ. Μη με παρεξηγείς. Έμαθα με τον καιρό να ανέχομαι. Να υπομένω τους αγαπητικούς που παρελαύνουν ανενόχλητοι ολημερίς στο αρχοντικό μας. Δε ζηλεύω πια. Μόνο που θα ’θελα, όταν σου μιλώ, να ακούς.
«…λίγο ακόμα κρασί;»
Άκουσέ με. Στολίστηκες πάλι πρόστυχα, απόψε. Φοράς αυτό το νυχτικό που μισώ. Ένα βρώμικο ροζ. Άκουσέ με. Μην το φορέσεις ξανά. Άγγελος είσαι. Λύσε τα λευκά μαλλιά σου και άσε να πουν την ιστορία σου. Το κραγιόν και τα φτιασίδια μικραίνουν την αξία σου. Άκουσέ με. Μην κρύβεις τα αποτυπώματα που χάραξε χρόνος γύρω απ’ το χαμόγελό σου. Γίνε η γυναίκα που αγαπώ. 
Άκουσέ με.
«Έχεις λίγο σάλτσα… Εδώ…»
Πόσο ανώτερη είσαι από όλες όσες γνώρισα! Μικρές και μεγάλες. Ακόμη και από τις γυναίκες μιας άλλης εποχής, που τα φορέματα τα βελούδινα φορούσαν και το χέρι στους κόμηδες άπλωναν με σκυμμένο βλέμμα, κρύβοντας τις τολμηρές προθέσεις των χειλιών τους. Θυμάμαι, αφουγκραζόμουν από το μεγάλο σαλόνι πλήθη να διασκεδάζουν. Συχνά, ζευγάρια ερωτευμένα, κατέληγαν μυστικά να συναντιούνται μέσα σε αυτό το δωμάτιο. Συζητούσαν συνεσταλμένα και διστακτικά. Και το ρόδισμα στα μάγουλα αποτελούσε σκάνδαλο.
«…τώρα που πάτησα τα εβδομήντα;»
Εδώ και διακόσια χρόνια παρατηρώ τον κόσμο να φέρεται αφύσικα. Σήμερα τόσα έχουν αλλάξει. Τα ρούχα λιγοστεύουν και η χυδαιότητα πληθαίνει. Η αθωότητα απομακρύνεται με ένα τρένο που δεν έχει γυρισμό. Άνθρωποι ελεύθεροι να ζήσουν όπως θέλουν, επιλέγουν τη μοναξιά. Το εφήμερο. Στο αχαλίνωτο και το ευτελές, η ασυδοσία κάνει κουμάντο. Τον ανδρισμό τους επιδεικνύουν με τα ορθωμένο μέλη τους. Τη θηλυκότητά τους με προσποιητή απελευθέρωση.
«Ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη να κάνω οικογένεια…»
Κι εσύ, με το πέρασμα του χρόνου παρασύρθηκες. Δε σου χάρισε κανείς όσα ζητούσες και παραιτήθηκες. Θέλεις πια σαν αυτές να γίνεις. Άρχισες να αναζητάς την αγάπη ανάμεσα στα σκέλια καλοφτιαγμένων νεαρών. Δε σε αγαπούν αληθινά, όμως, όσοι με το σπέρμα τους τα σεντόνια μας λερώνουν. Δεν το βλέπεις; Η αγάπη δεν εγκαταλείπει τις καρδιές μόλις τα ρούχα ξαναφορεθούν.
«Το πάνω πάτωμα είναι πιο ενδιαφέρον–»
Με συγχωρείς, δε γυρεύω να σε πληγώσω, όχι ότι με ακούς. Μακάρι να με άκουγες. Αλλά οφείλω να σου τα πω. Έγινες αχάριστη. Στους άντρες, ακόρεστη. Μην πληγωθείς φοβάμαι. Για το καλό σου φωνάζω. Δε με ακούς… Τι κρίμα…
«Η μεγάλη μου αγάπη για αντίκες–»
Μιλάς κι εκείνος μπουκώνει το στόμα του. Τον ακούω. Σε διακόπτει. Βαριέται. Εκθειάζει την ομορφιά σου κι εσύ υποκύπτεις στα ψέματά του. Ήδη, του υπόσχεσαι ευκαιρίες. Ότι θα φροντίσεις εσύ η ίδια να λάμψει. Πόσο εύκολα παρασύρεσαι από ένα γλυκόλογο, αγαπημένη μου!
«Θέλω να παίξω ένα πολύ γλυκό παιχνίδι μαζί σου–»
Σε χαϊδεύει ενώ σου το λέει; Σε τρώει με τα μάτια του; Έτσι κάνουν όλοι αυτοί. Αλλά, άκουσέ με. Του παιχνιδιού τους κανόνες, αν δε σου ξεκαθαρίσει από την αρχή, μην παίξεις. Μην υποκύψεις αυτήν τη φορά. Διαισθάνομαι κάτι αποτρόπαιο να πλησιάζει, καθώς ακούω τα βήματά του στα σκαλιά…

Η συνέχεια στο βιβλίο...

*Τα πνευματικά δικαιώματα τόσο της εικόνας του εξωφύλλου όσο και του άνωθεν αποσπάσματος ΔΕΝ ανήκουν στο blog, αλλά αποκλειστικά στη συγγραφέα και στον εκδοτικό οίκο.

**Το απόσπασμα δημοσιεύεται κατόπιν συνεννόησης και συναίνεσης της συγγραφέως και του εκδοτικού οίκου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΑΝΤΑ ΜΟΝΟΙ, ΜΑ ΠΑΝΤΑ ΜΑΖΙ

Ας γνωρίσουμε την συγγραφέα Ειρήνη Ντάλα

Φόνος στην αρχαία ακρόπολη

Ας γνωρίσουμε τον συγγραφέα Γρηγόρη Κονταξή

Η αλήθεια είναι ψάρι του βυθού